- γαλατομπούρεκο
- και γαλατομπούρικο και γαλακτομπούρεκο, τογλυκό τού φούρνου με κρέμα από σιμιγδάλι, αβγά, βούτυρο και ζάχαρη τοποθετημένη μέσα σε φύλλα από ζυμάρι.[ΕΤΥΜΟΛ. < γάλα (-τος και -κτος) + μπουρέκι].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
γαλατομπούρεκο — γαλατομπούρεκο, το και γαλακτομπούρεκο, το γλυκό του ταψιού με φύλλα κρούστας και γέμιση από γάλα, σιμιγδάλι και αβγά: Μας κέρασε σπιτικό γαλακτομπούρεκο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
γάλα — Υγρό που εκκρίνεται από τους μαστικούς αδένες των θηλαστικών. Το γ. είναι ένα γαλάκτωμα, δηλαδή νερό με λεπτότατα λιποσφαίρια που περιέχει, εκτός από το λίπος, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ένζυμα, άλατα και βιταμίνες. Όλα τα συστατικά αυτά φέρονται… … Dictionary of Greek
γαλατόπιττα — και γαλόπιττα, η γλύκισμα που μοιάζει με το γαλατομπούρεκο (με αλεύρι ή ρυζάλευρο στην κρέμα και χωρίς φύλλο στο επάνω μέρος) … Dictionary of Greek